Μιχάλης Κατσαρός
«Κάποιοι άνθρωποι»
ποίημα,
1949
« Κάποιοι
άνθρωποι »
Ήρθανε σ’ αυτές τις άγνωστες γραμμές
να δούνε
όπως κυττάει ο κουρασμένος ναυτικός κάποια καινούργια θάλασσα
Ήρθανε
γιατί βαρέθηκαν τα ίδια τα σπίτια με τα χαμηλωμένα παράθυρα
χωρίς ουρανό.
Αγαπάνε τις άγριες φάτσες μας
πείθουν τον εαυτό τους αδιάκοπα ότι πιστέψανε,
απλώνουν τα παγωμένα χέρια τους στο πρόσωπό μας να ζεσταθούν,
βγάζουνε λόγους και χαίρονται.
Έρχονται
όπως γράφονται σ’ ένα σύλλογο προστασίας ζώων
κουβαλώντας μαζί τους το πτώμα τους
ατέλειωτα χειρόγραφα με σπασμένη φωνή
κάποια ντροπή.
Δεν τους γνωρίζουμε.
Περνάνε δίπλα μας άγνωστοι
άγνωστοι φεύγουν για τα σπίτια τους
αφήνοντας μόνο τη θλίψη τους
σαν ένα ταπεινό πληγωμένο ανάμεσά μας
σαν ένα κουβάρι βρώμικο νερό
σαν ένα μεθυσμένο Ιρλανδό που αναθυμιέται.
Κλείστε τις πόρτες.
ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΤΣΑΡΟΣ
[ το ποίημα
του Μιχάλη Κατσαρού
«Κάποιοι
άνθρωποι»
δημοσιεύθηκε στο περ.
«Ελεύθερα Γράμματα»,
Αθήνα,
(διευθυντής: Νικηφόρος
Βρεττάκος),
Περίοδος Γ’, τεύχος
1-2, Γενάρης-Φλεβάρης 1949, σ. 38]
( το πρωτότυπο σε πολυτονικό )
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.