Αλέκος Φράγκος
«
Ιησούς » (Ι)
ποίημα,
1938
Όξω στους κάμπους των ξανθών σταριών
εγύρνας
και βαρειά σκέψη σου παιδούκλωνε τα
φρένα,
ενώ τριγύρω σου όλα
τ’ άνθια ευωδιασμένα
σε βαλαντώναν μ’ ευωδιές αλόης και
σμύρνας.
Ανάερο πνεύμα,
μές στης άνοιξης την άχνα
διάβαινες ράθυμα
τις στράτες κάθε τόπου,
βαρειά στενάζοντας, ώ
γέννα Εσύ του
ανθρώπου,
από τον πόνο που σου θέριζε
τα σπλάχνα.
Κι’ όταν ξωπίσω σου αλαλάζανε τα
πλήθη,
— κοπάδι ανθρώπινο
πολύβουο που
φρενιάζει—
ένοιωθες στα κατάβαθα
να σ’
ανταριάζει
κρυφή λαχτάρα
που σου
φούσκωνε τα στήθη.
Τότε ανασέρνοντας τ’
ανήσυχό σου βλέμμα,
ξάνοιγες πέρα
εκεί στα βάθη
αερογραμμένη,
απ’ τους
ορίζοντες των κόσμων ν’ ανεβαίνει
μιά ονειροφάνταξη λουσμένη σε
φώς κ’ αίμα.
ΑΛΕΚΟΣ ΦΡΑΓΚΟΣ
[ το ποίημα
του Αλέκου Φράγκου
« Ιησούς »
(εδώ μόνον το μέρος Ι )
δημοσιεύθηκε στο περ.
« Νεοελληνική
Λογοτεχνία »
Αθήνα
(διευθυντής: Τώνης Ζαχαράκης)
Χρόνος Α’, φύλλο 3,
Ιανουάριος 1938, σ. 128 ]
( το πρωτότυπο σε πολυτονικό )
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.