Κλέαρχος Μιμίκος
«
Εσπέρα »
ποίημα,
1938
« Εσπέρα »
Σμίγουν τις κορυφές πονετικά
τα κυπαρίσσια, αδερφωμένα πέρα,
ως κατεβαίνει τρέμοντας η
εσπέρα,
ρόδα στεφανωμένη
δυσμικά.
Κλαίει μιά
φωνή στον ήσυχον αγέρα
και κάποια μάτια, τώρα εκστατικά,
διαβάζουν στο γλαυκόν επάνω
αιθέρα
— ποιά πεπρωμένα
τάχα μυστικά
;
Αβρά της μοναχές ψυχές κυκλώνει
μιά νοσταλγία— της ώρας αδερφή.
Ερωτικά θρηνεί— ένα
πλάνο αηδόνι
και ο θρήνος του,
της αρμονίας στροφή,
απλώνεται και χύνεται στα
δάση,
της Άνοιξης το νέο
σκοπό να
πλάσει.
ΚΛΕΑΡΧΟΣ ΜΙΜΙΚΟΣ
[ το ποίημα
του Κλέαρχου Μιμίκου
« Εσπέρα »
δημοσιεύθηκε στο περ.
« Νεοελληνική Λογοτεχνία »
Αθήνα,
(διευθυντής: Τώνης Ζαχαράκης)
Χρόνος Α’, φύλλο 3,
Ιανουάριος 1938, σ. 126 ]
( το
πρωτότυπο σε πολυτονικό )
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.