Κυριακή 30 Ιανουαρίου 2022

Πυθαγόρας Δρουσιώτης - "Αφιέρωμα" - ποίημα, 1949 - περιοδικό "Κυπριακά Γράμματα" (Λευκωσία)

 

Πυθαγόρας Δρουσιώτης

« Αφιέρωμα »

ποίημα, 1949

 

 

 

                     « ΑΦΙΕΡΩΜΑ »

 

Κι’ αν σφράγισεν ο θάνατος τα φεγγοβόλα μάτια

Κι’ αγκάλιασε ένα φέρετρο το ασκητικό κορμί

Ούτε της θάλασσας μπορούν κι’ ούτε της γης τα πλάτια

Να κλείσουν την τιτανική που σε δονούσε ορμή.

 

Τι ήταν ο λόγος σου χρυσή Χερουβική ρομφαία,

Μιάς προφητόλαλης πηγής το ευφραντικό Ωσαννά,

Κι’ η σκέψη σου λαμπάδιζε σαν νέου Προμηθέα

Το φως, που μια λυτρωτικήν αυγή μας προμηνά.

 

Κι’ ως Αρχαγγελικά φτερά δονούσαν τους αιθέρες

Τα μυστικά σου οράματα καθάρια φωτεινά,

Που άστραψαν και πυρπόλησαν καθώς Ιδέες-Μητέρες

Πλατωνικές, της νειότης μας τα ωχρά τα δειλινά.

 

Κι’ αν σφράγισεν ο θάνατος τα φεγγοβόλα μάτια

Και δέχτηκε ένα φέρετρο το ασκητικό κορμί,

Στο πέρασμά σου σκίρτησαν καρδιές που ήσαν κομμάτια

Και ξύπνησαν στα στήθη μας μιας νέας ζωής παλμοί.

 

 

                                 ΠΥΘΑΓΟΡΑΣ  ΔΡΟΥΣΙΩΤΗΣ

 

 

 

[ το ποίημα

του Πυθαγόρα Δρουσιώτη

 « Αφιέρωμα »

δημοσιεύθηκε στο περ.

 « Κυπριακά Γράμματα »

  (διευθυντής: Νίκος Ι. Κρανιδιώτης)

Λευκωσία,

Έτος ΙΔ’, αριθ. 164, Φεβρουάριος 1949, σ. 38 ]

 

   ( το πρωτότυπο σε πολυτονικό )   





                 poeta greco Ignoto

         " ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ "    





Νίκος Σημηριώτης - "Το συντρίμμι" - ποίημα, 1949 - περιοδικό "Κυπριακά Γράμματα" (Λευκωσία)

 

Νίκος Σημηριώτης

« Το Συντρίμμι »

ποίημα, 1949

 

 

 

       « ΤΟ  ΣΥΝΤΡΙΜΜΙ »

 

 

Έρμη φελούκα, τώρα που ήρθες κι άραξες

παντοτινά στην άδεια ετούτη κώχη,

με τα σκεβρά σου στέρνα ως ανατάραξες,

στερνή φορά, του αργού πελάου το βρόχι,

 

που, με τη γέρικη καρίνα σου βαθιά

στης αμμουδιάς τη νάρκη σφηνωμένη,

κοιμάσαι, αλλοτινή της θάλασσας ξωθιά,

μές το λιοπύρι απολησμονημένη,

 

κάτω απ’ το σάλο που ξεσπάει, μουσκεύοντας

το θαλασσοδαρμένο σου κουφάρι,

νιώθω η ψυχή σου να σκιρτάει, γυρεύοντας

γι’ άλλα ξανά ακρογιάλια να σαλπάρει.

 

Να λάμνει με τους άσπρους γλάρους συντροφιά

σε αστραφτερούς ιριδισμούς κυμάτων.

ξεσκίζοντας των δειλινών τη συγνεφιά,

σε ρόδων ρείθρα να κυλάει κ’ αιμάτων.

 

Και τη θωρώ, της μπόρας καβαλάρισσα,

να μάχεται με το βοριά αντικρύ μου:

Μές στ’ όνειρό μου απόψε πώς λαχτάρισα

μια τέτοια μοίρα να ’χει κ’ η ψυχή μου.

 

Φάντασμα εσύ, στο βράδυ μέσα το μουχρό,

τα πέλαγα να σκίζεις τ’ αφρισμένα,

και φάντασμα στην πλώρη σου σκυμμένο, ωχρό,

να ’χεις στερνό σου καπετάνιο εμένα.

 

Κ’ έτσι, συντρίμμι του γαλάζιου απείρου μου,

μές στο νωθρό τον άμμο κι αν σαπίζεις,

έρμη φελούκα, στους γιαλούς του ονείρου μου

τρικάταρτο είσαι μπάρκο, κι’ αρμενίζεις.

 

 

                                  ΝΙΚΟΣ ΣΗΜΗΡΙΩΤΗΣ 

 

 

 

[ το ποίημα

του Νίκου Σημηριώτη
« Το Συντρίμμι »

δημοσιεύθηκε στο περ.

 « Κυπριακά Γράμματα »

  (διευθυντής: Νίκος Ι. Κρανιδιώτης)

Λευκωσία,

Έτος ΙΔ’, αριθ. 163, Ιανουάριος 1949, σ. 1 ]

 

    ( το πρωτότυπο σε πολυτονικό )   






                 poeta greco Ignoto

         " ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ "    




Παναγιώτης Βρισιμιτζάκης - "Στεναγμός" - ποίημα, 1938 - περιοδικό "Νεοελληνική Λογοτεχνία" (Αθήνα)

 

Παναγιώτης Βρισιμιτζάκης

« Στεναγμός »

ποίημα, 1938

 

 

 

 

               « Στεναγμός »


Στον κόσμο αυτό η ζωή μου που κυλάει
όπως θολό από τη βροχή ποτάμι,
στις όχθες του που κλαίει το καλάμι
και το τρομάζει η μπόρα τ’ ουρανού,
που τρέχει σε γκρεμούς και γοργό πάει
και σβεί στην αγκαλιά τ’ ωκεανού,


στον κόσμο αυτό η χαρά μου πού’νε λίγη
πού’χω τη σκέψη μου μαυροστολίσει
σαν γκρίζο απόμερο ένα κυπαρίσσι
παγέρας δέρνει κι’ οι βροχές χτυπούν
κιενός θανάτου η θλίψη το τυλίγει
και στην κορφή του οι κεραυνοί ξεσπούν,


στον κόσμο αυτό θλιμμένος που υποφέρω,
όταν οργά με νέους χυμούς η φύση
και τα μπουμπούκια σκούν κ’ έχουν στολίσει
οι μυγδαλιές, τη ράχη του βουνού,
σε μιά άνοιξη π' ανθεί καινούρια,
χαίρομαι τη γλυκειά ομορφιά ενός δειλινού.


Στη νέα ζωή που θάλλει αρμονισμένη,
σταρώματα που φεύγουν στον αγέρα,
σκόρπιοι κι’ ασύλληπτοι μές τον αιθέρα
ανάλαφροι πουλιού κυματισμοί,
’πό κάθε πόνο ή λύπη, αλαφρωμένοι
πετούν οι ξένοιαστοί μου στοχασμοί.


Κι’ όπως σ’ αγνή μιά κόρη στ’ άνθισμά της
π’ έρχωνται Σεραφείμ και τη φιλούνε
κι’ άγνωροι πόθοι στην καρδιά σκιρτούνε
κι’ ολόδροση διαβαίνει στη ζωή,
μαπλώνει μαύρα η μοίρα τα φτερά της
και ξεψυχά σαν κρίνου μιά πνοή.


Λιγόζωος στο φίλημα τ’ απείρου,
στο φώς, ο πόθος μου ξαναγεννιέται,
μά πάλι στην καρδιά μου αποτραβιέται
σαν πεταλούδα π’ έχει ναρκωθεί
και δάκρυ στη χρυσή κούνια τ' ονείρου
αφήνει πριν σιγά αποκοιμηθεί.

 

        
                           ΠΑΝΑΓ.  ΒΡΙΣΙΜΙΤΖΑΚΗΣ

 

 

[ το ποίημα

του Παναγιώτη Βρισιμιτζάκη

« Στεναγμός »

δημοσιεύθηκε στο περ.

 « Νεοελληνική Λογοτεχνία »

   (διευθυντής: Τώνης Ζαχαράκης)

Αθήνα,

Χρόνος Α’, φύλλο 5, Απρίλης 1938, σ. 232 ]

 

    ( το πρωτότυπο σε πολυτονικό )   








                 poeta greco Ignoto

         " ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ "    





Παναγιώτης Βρισιμιτζάκης - "Σφίγγα" - ποίημα, 1928 - ποιητική συλλογή "Σαρκοφάγοι και οβελίσκοι"

 

Παναγιώτης Βρισιμιτζάκης

« Σφίγγα »

ποίημα, 1928

 

 

 

 

                    «  ΣΦΙΓΓΑ  »

 

Το μυστικό μου που κρατώ στα στήθη

αξήγητο θα μείνει στον καθένα.

Αίνιγμα μες σε χρόνια περασμένα.

γρίφος στρυφνός μες τα πολλά τα πλήθη.

 

Κ’ οι κούφιοι που με τριγυρίζουν λίθοι

αντιλαλούν μυστήρια χαμένα,

θρύλους παλιούς... Μά αυτά όλα ξεχασμένα,

στο πέρασμα του χρόνου και στη λήθη.

 

Τα στήθεια μου τ’ απόρητα κρατούνε.

Τριπλό το φώς μου και τριπλή η ψυχή μου

από τα νύχια ως με την κεφαλή μου.

 

Πάνω μου αόρατοι οι θεοί περνούνε,

Ο Όσιρις με την  Ίσιδα ένα πλέκει

μυστήριο. Κ' ο 'Ωρος κλαίει παρέκει.

 

 

 

                             Π. ΒΡΙΣΙΜΙΤΖΑΚΗΣ

 

 

[ το ποίημα

του Παναγιώτη Βρισιμιτζάκη

« Σφίγγα »

από την ποιητική του συλλογή

« Σαρκοφάγοι και Οβελίσκοι »

Αλεξάνδρεια, 1928 ]

 

    (  το πρωτότυπο σε πολυτονικό )  








                 poeta greco Ignoto

         " ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ "    




Αστέρης Κοββατζής - "Δόκιμος μοναχός" - ποίημα, 1938 - περιοδικό "Νεοελληνική Λογοτεχνία" (Αθήνα)

 

Αστέρης Κοββατζής

« Δόκιμος Μοναχός »

ποίημα, 1938

 

 

 

 

                   « Δόκιμος Μοναχός »


Φίλε μου, απόψε αυθόρμητα ξεφύτρωσε στα χείλη
ο ύμνος που τραγούδησες, ως άνθινη πνοή
— «Παρθένα, βάθος άμετρον, χαίρε χαριτωμένη !»
κι΄ εντός μου δόκιμε έγινες ακέρια μου η ζωή.


Καθ’ ένας με την πίστη του δόκιμος ξεχασμένος
σε μιά βουβή κι’ απέραντην αυλή μοναστηριού
διάγουμε. Κι’ η μοναξιά του ειρηνικού μας βίου
μας ωχριά καθώς το φώς του μάταιου φεγγαριού.


Φίλε μου, απόψε ξέφτυσε το ράσο του δοκίμου
ο νοσταλγός μου γίνηκεν άνθρωπος δίχως νου
και τις Γραφές που διάβαζε τις έσκισεν απόψε
κι’ εντός μου καταλύθηκε το δράμα τ' ουρανού.

 

Μοιάζω κι’ εγώ με μοναχό, που κλείστηκε άθελά του
νέος σε μιάν ιδιόρρυθμην αυλή μοναστηριού,
χωρίς να τρέφει ούτε μικρή για το Θεό του πίστη,
που εσβύστη κι’ αφανίστηκε σαν φλόγα ενός κεριού.

 


                                  ΑΣΤΕΡΗΣ  ΚΟΒΒΑΤΖΗΣ

 

 

[ το ποίημα

του Αστέρη Κοββατζή

« Δόκιμος μοναχός »

δημοσιεύθηκε στο περ.

 « Νεοελληνική Λογοτεχνία »

 (διευθυντής: Τώνης Ζαχαράκης)

Αθήνα,

Χρόνος Α’, φύλλο 5, Απρίλης 1938, σ. 219 ]

 

   ( το πρωτότυπο σε πολυτονικό )


αναγνώσεις: Κική Δημουλά "Γράμμα" ποιητική συλλογή " Έρεβος " (1956) επιμέλεια-απαγγελία: Δημήτρης Φιλελές

  Κική Δημουλά « Γράμμα » ποιητική συλλογή «Έρεβος» αναγνώσεις           Η ποιήτρια Κική Δημουλά (Αθήνα, 6 Ιουνίου 193...