Μηνάς Δημάκης
«
Η Τύψη »
ποίημα, 1936
« Η ΤΥΨΗ »
Μές στα βαθειά μεσάνυχτα πάντα
έρχεται μπροστά μου
ο σύντροφός μου ο βραδυνός, το
φάντασμα της φρίκης,
και μου μιλά και με ρωτάει τα
παραπτώματά μου
και μ’ ένα στόμα που φωτιές ξερνά μου
λέει: «Μ’ ανήκεις».
Το σώμα μου είναι όλο πληγές που
αιμάζουν και βρωμάνε,
τ’ άγρια του μάτια ρίχνουνε τους κεραυνούς
θείας δίκης,
τα λερά χέρια του μια φούχτα βούρκο
μου πετάνε
στο έντρομο πρόσωπο κι ακούω να
σιγολέει: «Μ’ ανήκεις».
Κ’ ενώ ’ναι οι ανθρώποι στο βαθύ τους
ύπνο βυθισμένοι,
πολλοί ηττημένοι στον αγώνα, άλλοι
εκλεκτοί της νίκης
μά ξένοιαστοι όλοι στ’ όνειρο,
μονάχα εμέ προσμένει
η τύψη, άγρυπνος φύλακας, κι όλο
μου λέει: «Μ’ ανήκεις».
ΜΗΝΑΣ ΔΗΜΑΚΗΣ
(Από τη σειρά: «Βάρβαροι στίχοι»)
[
το ποίημα
του
Μηνά Δημάκη
«
Η Τύψη
»
δημοσιεύθηκε
στο περ.
« Κρητικές Σελίδες »,
Ηράκλειο,
(διευθύντρια: Θάλεια Καλλιγιάννη),
Έτος
Α’, τεύχος 5, Ιούνιος 1936, σ. 140]
( το πρωτότυπο σε πολυτονικό)
poeta greco Ignoto
" ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ "
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.