Θεόδωρος Ορφανίδης
«
Ο καρά-σεβδαλής »
ποίημα,
1907
«
Ο ΚΑΡΑ-ΣΕΒΔΑΛΗΣ »
Ποιός
είδε νέον σεβδαλή, καρδιών ποιός είδε κλέφτη,
να εξυπνάη με το αχ και με το βαχ να πέφτη;
Ωσάν το χιόνι ν' αναλή 'σαν το κερί να σβύνη
και μοναχός το ντέρτι του να πικροκαταπίνη;
Εγώ τον είδα, κ' εις εμέ εφάνη
ο καϋμένος
ωσάν δερβίσης σκυθρωπός, ’σαν μπεκτασής θλιμμένος,
για μια σκληρή Γκιουζέλ-Δουνιά που’δαν τα δυό του ’μάτια
καρά-σεβδάς τον έπιασε και θα γενή κομμάτια.
Οπόταν τα μεσάνυκτα αργολαλούν οι κούκοι
πηγαίνει και της τραγουδεί με νάϊ και μπουζούκι.
Αμάν κουζούμ! αμάν γιαβρούμ! κάμε τζανίμ ινσάφι!
μηδέ καλέμι ουλεμά το ντέρτι μου δεν γράφει.
Για ’σένα
εμπαϊλτισα εις τον ντουνιά επάνω
κι’ αν εγεννήθην σεβδαλής,
ασίκης θ' αποθάνω.
Είναι
το άσπρο στήθος σου ταζέδικο καϊμάκι
του Αϊδίν - Ισάρ χαλβάς το κάθε σου χεράκι,
μουχαλεμπί και γκιούλ - σερμπέτ ο αναστεναγμός σου,
και του Χατζή - μπεκήρ λουκούμ ο τρυφερός λαιμός σου.
Ο κάθε λόγος σου γλυκός ’σαν ρεβανί αφράτο,
και ’σαν
ζεστός σαράϊ λουκμάς με μέλι μυρωδάτο.
Κ’ είν’ ο σεβδάς μου δυνατός, που να
γραφεί δεν φθάνει
κι’ αν γίν’ ο ουρανός χαρτί κ’ η θάλασσα μελάνη.
Αμάν κουζούμ! αμάν γιαβρούμ! κάμε τζανίμ ινσάφι!
Μηδέ καλέμι ουλεμά το ντέρτι μου δεν γράφει.
Για ’σένα
εμπαϊλτισα εις τον ντουνιά επάνω
κι’
αν εγεννήθην
σεβδαλής, ασίκης θ' αποθάνω.
Τί
αγοράζεις κάρβουνα και ψήνεις το φαγί σου;
γιαγκίνι έχω ’στην καρδιά που άναψες ατή
σου.
Αντίκρυ μου τον τεντζερέ με το φαγί σου στήσε,
και λάδι ’στο γιαγκίνι μου με μιά
ματιά σου χύσε.
Κ’ ευθύς που ένα άχ! γετέρ! το στόμα μου αναδώση
και το φαγί σου θα ψηθή κι ο τεντζερές θα λυώση.
Αμάν κουζούμ! αμάν γιαβρούμ! κάμε τζανίμ ινσάφι!
μηδέ καλέμι ουλεμά το ντέρτι μου δεν γράφει.
Για ’σένα εμπαϊλτισα εις τον ντουνιά επάνω
κι’ αν εγεννήθην σεβδαλής, ασίκης θ’ αποθάνω.
Εσ’
είσαι η χρυσή ψυχή ! και διά σε ντουντού μου
ή ντίπ θα χάσω ή θαυρώ το ρέμπελο το νού μου.
Τίποτε δεν ευχαριστεί του σκλάβου σου το πνεύμα
όσον το νούρί σου κουζούμ, και το γλυκύ φιλί σου,
και
όσον το ναζλίδικο και τρυφερό κορμί σου.
Αμάν
κουζούμ! αμάν γιαβρούμ! κάμε τζανίμ ινσάφι!
μηδέ καλέμι ουλεμά το ντέρτι μου δεν γράφει.
Για ’σένα εμπαϊλτισα εις τον ντουνιά επάνω
κι’ αν εγεννήθην σεβδαλής, ασίκης θ’ αποθάνω.
Αυτά
της λέγει ο ντερτλής και πριν ακόμη φύγη
ωσάν
Ταρτάρτου βάραθρον το στόμα του ανοίγει,
κ’
ελπίζων ιλαρότερος ο πόνος του να γείνη
βώλον
δραμίων είκοσι αφιόνι καταπίνει.
ΘΕΟΔ. ΟΡΦΑΝΙΔΗΣ
[ το ποίημα
του Θεόδωρου Ορφανίδη
« Ο καρα-σεβδαλής »
δημοσιεύθηκε στην
ετήσια έκδοση
«Ακτίνες
Ημερολόγιον Εικονογραφημένον του έτους 1908»,
Έτος Δεύτερον, Εν Κωνσταντινουπόλει,
1907, σ. 119-120 ]
( το πρωτότυπο σε πολυτονικό )
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.