Νίκος Σαντοριναίος
«
Εσπερινός »
ποίημα,
1916
δημοσίευση
περ. « Φύλλα
»
« Εσπερινός »
Πώς
ξαλαφρώνει ο κάματος, κι’ όσο ο σπερνός ζυγώνει
έτσι σαν κάτι στην
καρδιά με αγγίζει, λαχταρώ
ζυγά
ζυγά να
πάρωμε το
νοτισμένο δρόμο
με τις δικράνες
πηαίνωντας μονάχοι στο χωριό.
Σκάψαμε αλήθεια απ’
την Αυγή το απλόχωρο χωράφι
και λόγο δεν
ξεστόμισα να ειπώ για να μου ειπείς
για τα πουλάκια
θέλησα που βόσκανε ζευγάρι
σ’ αυλάκια κάν μου εφάνηκε
να σου το ειπώ ντροπής.
Και τώρα έτσι που η
χλωρασιά εγλύκανε απ’ το βράδι
και των
ματιών σου αντίκρυσε το
φως
ότι
εγκαρδιώθη μέσα μου ο κοσμοπλάστης λόγος
Γκλαν, γκλαν, Γκλαν
με αντίσκοψε του βραδινού ο σπερνός.
Ευλαβικά που εγύρισες προς
τον αχό τα μάτια
και ώ ! Πανωραία βουλήθηκες να
σταυροκοπηθής…
Όραμα ποθεινότατον
που πάντα ονειροφέρνεις
στα μάτια μου τη
Ζωγραφιά μιας ποθητής Ζωής.
Νίκος Σαντοριναίος
[ το ποίημα
του Νίκου Σαντοριναίου
« Εσπερινός »
δημοσιεύθηκε στο περ.
« Φύλλα »
( διευθυντής: Θ. Έξαρχος )
Αθήναι, αριθ. 2, Απρίλιος 1916, σ. 75 ]
( το πρωτότυπο σε πολυτονικό )
poeta greco Ignoto
" ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ "
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.