Θεόδωρος Λιαρούτσος
«
Χειμωνιάτικη νύχτα »
ποίημα,
1938
δημοσίευση
περ. « Νεοελληνική
Λογοτεχνία »
«
Χειμωνιάτικη νύχτα »
Ο νυσταγμένος, χοντρός ταβερνιάρης
σφαλάει την
πόρτα.
Και τώρα,
σιωπηλοί,
πέρνουμε το δρόμο
της παραλίας.
Παγωνιά. Ερημιά.
Σιωπή.
...Μακρυά,
ενός καμπαρέ
το σαξοφών
κλαίει μες
τη νύχτα,
για τα
νειάτα που χάνονται,
για τις άδοξες πεθαμένες ώρες...
Σειρά τα ξέπνοα
φώτα.
Και πέρα,
στου μουράγιου την άκρη,
οι σιλουέττες
των δεμένων βαποριών.
Ως εκεί φτάνουν
οι ελπίδες
μας :
ως την
άκρη του
μουράγιου.
Και ξεψυχάνε
μπροστά στις
σιωπηλές, περήφανες πρύμνες.
(Σιχαμερό κατάντησε
και το πιοτό
κι’ η θάλασσα
έχει μόνο περιφρόνηση
για τους δειλούς.
Αν πάλι
υψώσεις
τα μάτια προς τ’
απάνω,
ούτ' ένα
άστέρι δεν θα
σου χαμογελάση.
Μαύρα σύννεφα
μόνο σκεπάζουν
τον βαθύ,
περίλυπο, ουρανό,
πελώριο φέρετρο
των παλιών
μας ονείρων).
- Καληνύχτα, φίλοι, καληνύχτα.
Αργεί ακόμα το ξημέρωμα
κι’ ο
υπομονετικός μας ξενοδόχος,
ο θάνατος,
μας περιμένει...
Θ. Λιαρούτσος
[ το ποίημα
του Θεόδωρου Λιαρούτσου
« Χειμωνιάτικη νύχτα »
δημοσιεύθηκε στο περ.
« Νεοελληνική
Λογοτεχνία »
( διευθυντής: Τώνης Ζαχαράκης )
Αθήνα,
Χρόνος Α’,
φύλλο 11-12, Νοέμβριος-Δεκέμβριος
1938, σ. 522 ]
( το πρωτότυπο σε πολυτονικό
)
poeta greco Ignoto
" ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ "
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.