Ιωάννης Γρυπάρης
«
Σαν παραμύθι »
ποίημα
δημοσίευση
(1896) περ. « Φιλολογική Ηχώ »
ποιητική
συλλογή (1919) « Σκαραβαίοι και Τερρακότες »
αναδημοσίευση
(1920) περ. « Σφαίρα »
« Σαν παραμύθι »
Σύ, που έχεις κάλλη για
προικιά και χάρες γι’
αντιπροίκια,
Για να
πατής ν’ανθίζουνε
τ’ανάδροσα χαλίκια,
Και
που για μέ μονάχα
Ήσκιον βαρύν εσκόρπισε θανάτου η ομορφιά σου,
Άκουσε κάτι που θα πω, γερτός ’στα γόνατά σου,
Σαν παραμύθι τάχα :
Της λίμνης η Νεράϊδα, ξωθιά μαμαροστήθα,
Πού’χε της μαύρης κόλασης ’στα μαύρα μάτια σπίθα,
Γυναίκεια
ρούχα εντύθη.
Περνά απ’ το δάσος το υγρό, που τραγουδάει ο γκιώνης
Και, σαν εσέ πεντάμορφη… Αγάπη μου, θυμώνεις ;
Το λέει το παραμύθι…
Ήλθε στην κρήνα του χωριού και κάθησε, κι’ αρχίζει
Τα ολόσγουρά της να τραβά μαλλιά και να ξεσχίζει
Το κρινομάγουλό της,
Και κλαίει τον αρραβώνα της, πώς έπεσε και εχάθη
Στου πηγαδιού τ’ανήλιαγα και στοιχειωμένα βάθη,
Και τρέμει το γονιό της.
Περνούν διαβάτες γνωστικοί τη βλέπουν και τραβούνε
Κάπου με δυό γλυκόλογα της ζαχαρογελούνε.
Κι’
απεδώ πάνε κι’ άλλοι…
Περνά κι ο νιός Τραγουδιστής, μοναχογυιός της χήρας,
Κοιλάρφανο χλωμό παιδί, πού’χε προικιό της μοίρας
Μόνου καρδιά μεγάλη.
– « Δε βγαίνει η λύπη ’στα βουνά ουδ’ απ’ τη γη φυτρώνει
Μές στων ανθρώπων τις καρδιές εγράφη να ριζώνη.
Ως που να μπουν στο χώμα,
Μόνου στα μάτια σου τα δυό τα δάκρυα δεν πρέπουν
Αθόλωτα τριγύρω σου πάντ’ άνοιξη ας βλέπουν
Κι’ ας σου γελάει το στόμα.
Λαμπάδα εμπρός στα κάλλη σου και τη ζωή μου ανάβω,
Πάρε με πάντα κ’ έχε με της ομορφιάς σου σκλάβο
Και δούλο της Αγάπης,
Τον αρραβώνα πό’χασες – κι’ ας είναι κι’ άλλου – βγάζω,
Στα στοιχειωμένα τα νερά, αν είναι, δεν τρομάζω
Ή
δράκος ή αράπης !»
Δεν τό’πε, δεν τ’απόσωσε, τον δένει από τη μέση
Και στο πηγάδι το βαθύ … Πές μου,
Κερά, σ’ αρέσει,
Ή ως εδώ να μείνω ;
Βλέπω τον ύπνο μήνυμα στα μάτια σου να στέλλη,
Μήν τονε διώχτης. πιότερο τί τάχα να σε μέλη
Για μένα ή για κείνο ;
Ας πέση ο πλάνος μάγεμα στα ματοβλέφαρά σου,
Τον νανουρίζω εγώ γλυκά, γερτός στα γόνατά σου,
«
Αγάπη μου κοιμήσου !»
Σ’ όσους πονούν παρηγοριά όποιος πονεί ας στάξη,
Για σένα ας μην ελθή σκιά του πόνου να ταράξη
Τ’όνειρο το
βαθύ σου !
Ιωάννης Γρυπάρης
[ η δημοσίευση
από το περ. « Φιλολογική Ηχώ » (1896) ]
[ Η δημοσίευση
από το περ. «Σφαίρα» (1920) ]:
Σύ, που έχεις κάλλη για προικιά
και χάρες για αντιπροίκια
για να πατής ν’ανθίζουνε
και τ’άδροσα
χαλίκια,
μά που για μέ μονάχα
ήσκιο βαρύν εσκόρπισε
θανάτου η εμορφιά σου,
άκουσε κάτι που θα πω
γερτός στα γόνατά σου
σαν παραμύθι τάχα.
– Της λίμνης η Νεράϊδα,
ξωθιά μαρμαροστήθα,
πού΄χε της μαύρης κόλασης
στα μαύρα μάτια σπίθα,
γυναίκεια ρούχα εντύθη.
περνά απ’ το δάσος το υγρό,
που τραγουδάει ο γκιώνης,
και, σαν εσέ πεντάμορφη
… Αγάπη μου θυμώνεις ;
το λέει το παραμύθι…
Ήρθε στην κρήνα του χωριού
και κάθισε κι αρχίζει
τα ολόσγουρά της να τραβάη
μαλλιά και να
ξεσκίζη
το κρινομάγουλό της,
και κλαίει τον αρρεβώνα της,
πώς έπεσε κ’ εχάθη
στου πηγαδιού τ’ ανήλιαγα
και στοιχειωμένα βάθη
και τρέμει το γονιό της.
Περνούν διαβάτες γνωστικοί
τη βλέπουν και τραβούνε,
κάπου με δυό γλυκόλογα
της ζαχαρογελούνε
κι απέδω πάνω κι άλλοι…
περνά κι ο νιός Τραγουδιστής,
μοναχογυιός της χήρας
κοιλάρφανο χλωμό παιδί,
πού’χε προικιό της μοίρας
μόνον καρδιά μεγάλη.
– « Λαμπάδα εμπρός στα κάλλη σου
και τη ζωή μου ανάβω,
πάρε με πάντα κ’ έχε με
της ομορφιάς σου σκλάβο
και δούλο της αγάπης
τον αρρεβώνα πό’χασες
– κι ας είνε κι άλλου – βγάζω,
στα στοιχειωμένα τα νερά,
αν είνε δεν τρομάζω
ή δράκος ή αράπης ! »
Δεν το είπε, δεν τ’απόσωσε,
τον δένει από τη μέση
και στο πηγάδι το βαθύ…
… Πές μου, Κερά, σ’ αρέσει
ή ως εδώ να μείνω ;
Βλέπω τον ύπνο μήνυμα
στα μάτια σου να στέλλη,
μήν τονε διώχνης. Πιότερο
τί τάχα να σε μέλλη
για μένα ή για κείνο ;
[ Ας πέση ο ύπνος μάγεμα
στα ματοβλέφαρά
σου
σε νανουρίζω εγώ γλυκά
γερτός στα
γόνατά σου
– αγάπη μου κοιμήσου.
Σ’
όσους πονούν παρηγοριά
όποιος πονή ας τάξη
για
σένα ας μην ερθή σκιά
του πόνου να ταράξη
τον
ύπνο το βαθύ σου. ]
[ το
ποίημα
του Ιωάννη Γρυπάρη
« Σαν παραμύθι
»
δημοσιεύθηκε
το πρώτον (1896) στο περ.
« Φιλολογική Ηχώ »
( διευθυντής: Ν. Φαληρεύς)
Εν Κωνσταντινουπόλει,
Περίοδος Β’, αριθμός 1, 3 Φεβρουαρίου 1896,
σ. 5-6.
Το ποίημα συμπεριλαμβάνεται
στην
ποιητική του συλλογή
« Σκαραβαίοι και
Τερρακότες » (1919).
Επαναδημοσιεύθηκε στο περ.
« Σφαίρα » ( Η εικονογραφημένη )
[
Εβδομαδιαία Επιθεώρησις της Ελλάδος ]
(
διευθυντής: Αντώνιος Μ. Συρίγος )
Αθήναι,
Έτος
Β’, (τεύχος) αριθμός 53,
Σάββατον
4 Ιανουαρίου 1920, σ.4.
[ στήλη:
Λογοτεχνική Σελίς (Παληά Τραγούδια) ]
( τα πρωτότυπα σε πολυτονικό )
(Υπάρχουν
μερικές διαφορές ανάμεσα στις δύο δημοσιεύσεις)
(
δες επίσης, μεταξύ άλλων, τις δύο εκδοχές μουσικής πλαισίωσης και απαγγελίας
(2009 και 2014) στο Υou Tube )
poeta greco Ignoto
" ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ "
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.